Η φωτιά είναι ίσως το πιο αρχέγονο σύμβολο του ανθρώπινου πολιτισμού: πηγή ζεστασιάς, φως και ζωής, αλλά και μέσο καταστροφής. Όταν η φωτιά ξεφεύγει από τον έλεγχο, μετατρέπεται σε έναν ανελέητο αντίπαλο, ικανό να αφανίσει μέσα σε λίγα λεπτά ό,τι δημιουργήθηκε σε μια ζωή ολόκληρη.
Το τραύμα που αφήνει πίσω της δεν αφορά μόνο τις υλικές απώλειες. Εγγράφεται βαθιά στην ψυχή — και όχι μόνο σε εκείνον που χάνει το σπίτι του, αλλά και σε όποιον παρακολουθεί ανήμπορος.
Ο ψυχισμός του ανθρώπου που χάνει το σπίτι του
Το σπίτι δεν είναι απλώς τέσσερις τοίχοι. Είναι η υλική ενσάρκωση της ασφάλειας, της συνέχειας, της μνήμης. Εκεί φυλάσσονται φωτογραφίες, μυρωδιές, ήχοι, αντικείμενα που κουβαλούν συναισθηματική ιστορία.
Όταν η φωτιά το αφανίζει:
- Αίσθημα εκρίζωσης – ο άνθρωπος νιώθει πως χάνει το έδαφος κάτω από τα πόδια του. Δεν υπάρχει πλέον «τόπος» να επιστρέψει.
- Σοκ και αποπραγματοποίηση – η σκηνή μοιάζει εξωπραγματική, σαν να συμβαίνει σε κάποιον άλλον.
- Πένθος χωρίς σώμα – η απώλεια του σπιτιού θυμίζει την απώλεια ενός αγαπημένου: υπάρχει θλίψη, αλλά δεν υπάρχει κάτι να «θάψει».
- Ενοχή επιβίωσης – αν οι γείτονες έχασαν περισσότερα ή αν η φωτιά προκλήθηκε κατά λάθος, το άτομο μπορεί να νιώθει ενοχές.
Συχνά η εμπειρία οδηγεί σε:
- Μετατραυματικό στρες (εφιάλτες, αποφυγή τόπων/οσμών, ξαφνικό άγχος σε ήχο σειρήνας).
- Απώλεια ταυτότητας («ποιος είμαι χωρίς τον τόπο μου;»).
- Προσωρινή ή μόνιμη μεταβολή στην αίσθηση ασφάλειας.
Ο ψυχισμός του ανθρώπου που βλέπει τη φωτιά
Ο μάρτυρας μπορεί να μην έχει χάσει το σπίτι του, αλλά η ψυχή του συχνά φέρει ένα διαφορετικό, πιο αθόρυβο τραύμα.
- Αίσθημα αδυναμίας – βλέπει τη φωτιά να καταπίνει, και δεν μπορεί να την σταματήσει.
- Δευτερογενές τραύμα – ακόμη κι αν δεν υπήρξε άμεσο θύμα, η ένταση, οι κραυγές, η μυρωδιά καμένου μπορούν να χαραχτούν στη μνήμη.
- Αυξημένη ευαλωτότητα – η καθημερινότητα αποκτά μια υπόκωφη ανησυχία· ο μάρτυρας μπορεί να κοιτάζει ξανά και ξανά την κουζίνα, τις πρίζες, την αυλή.
- Αντιφατικά συναισθήματα – ανακούφιση που σώθηκε το δικό του σπίτι, αλλά και ενοχή που σώθηκε ενώ άλλοι έχασαν.
Σε ψυχολογικούς όρους, ο θεατής της καταστροφής μπορεί να αναπτύξει αντιδραστικό άγχος ή φοβικές συμπεριφορές (υπερβολικό έλεγχο, αποφυγή δασικών εκδρομών, έντονο συναγερμό σε匂ι καπνού).
Κοινά στοιχεία στο τραύμα των δύο πλευρών
Παρά τις διαφορές, και ο πληγέντας και ο μάρτυρας μοιράζονται:
- Απώλεια ελέγχου – η φωτιά υπενθυμίζει ότι η ασφάλεια είναι εύθραυστη.
- Ανάγκη επεξεργασίας εικόνων – το μυαλό επαναφέρει σκηνές σαν να «κολλάνε» στην ψυχική οθόνη.
- Αλλαγή στην αίσθηση χρόνου – πριν και μετά τη φωτιά.
Ο δρόμος της ψυχολογικής ανάρρωσης
Η ανάρρωση δεν είναι γραμμική. Συχνά περνά από φάσεις:
- Επιβίωση – κάλυψη βασικών αναγκών, προσωρινή στέγαση, σωματική ασφάλεια.
- Εκφόρτιση – αφήγεται χώρος για κλάμα, θυμό, αφήγηση της εμπειρίας.
- Επεξεργασία – με ή χωρίς τη βοήθεια ειδικού, το άτομο «ξαναγράφει» την ιστορία της απώλειας.
- Αναδόμηση – συμβολική και πραγματική: νέο σπίτι, νέα ρουτίνα, νέες μνήμες.Η σημασία της κοινότητας
Η φωτιά αφήνει πίσω της μια κοινωνική πληγή. Όταν η κοινότητα αγκαλιάζει τα μέλη της:
Μειώνεται η αίσθηση μοναξιάς.
Επανέρχεται η αίσθηση ασφάλειας μέσω αλληλοϋποστήριξης.
Δημιουργείται αφήγηση ανθεκτικότητας — «μαζί επιβιώσαμε».
Φωτιά, οικολογική καταστροφή και η ενόρμηση θανάτου: μια λακανική ανάγνωση του εμπρησμού
Η φωτιά, ως φαινόμενο, δεν είναι απλώς μια φυσική διεργασία καύσης. Στον πολιτισμικό και ψυχικό συμβολισμό, η φωτιά είναι ταυτόχρονα δημιουργία και καταστροφή, θέρμη και απώλεια, επιθυμία και αφανισμός. Όταν μιλάμε για οικολογικές καταστροφές που προκαλούνται από φωτιές —ιδιαίτερα όταν αυτές οφείλονται σε εμπρησμό από συμφέρον ή αμέλεια— δεν βρισκόμαστε μόνο στο πεδίο της οικολογίας ή του ποινικού δικαίου. Εισερχόμαστε στο βαθύτερο, σκοτεινό πεδίο της ενόρμησης θανάτου όπως την ορίζει η ψυχαναλυτική θεωρία.
Η ενόρμηση θανάτου στον Φρόιντ και στον Λακάν
Ο Φρόιντ, μετά τον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο, εισάγει την έννοια της ενόρμησης θανάτου: μια θεμελιώδη, ασυνείδητη τάση επιστροφής του ζωντανού οργανισμού σε μια κατάσταση ακινησίας και ανόργανης ηρεμίας. Δεν πρόκειται για απλή «επιθυμία καταστροφής» αλλά για κάτι δομικό: την επιδίωξη της αναίρεσης της έντασης που φέρει η ζωή.
Ο Λακάν, αναπλαισιώνοντας αυτή την έννοια, δείχνει πως η ενόρμηση θανάτου δεν είναι βιολογικό ένστικτο, αλλά δομή εντός της συμβολικής τάξης. Εκδηλώνεται όταν το Υποκείμενο υπερβαίνει τη λειτουργία της επιθυμίας και κινείται προς μια πράξη που διαρρηγνύει τον ίδιο τον δεσμό του με τον Άλλο, καταλύοντας τα όρια του Νόμου.
Ο εμπρησμός ως πράξη της ενόρμησης θανάτου
Στον εμπρησμό, ειδικά όταν πρόκειται για οικολογική καταστροφή μεγάλης κλίμακας, βλέπουμε μια χειροπιαστή έκφραση της ενόρμησης θανάτου:
Η φωτιά καταστρέφει το ζωντανό: δάση, ζώα, οικισμούς.
Δεν αφήνει περιθώριο επαναφοράς στην προηγούμενη κατάσταση.
Εγγράφεται ως «μη αναστρέψιμο» στο Συμβολικό, προκαλώντας συλλογικό τραύμα.
Ο εμπρησμός από συμφέρον —για ανοικοδόμηση, εκμετάλλευση γης, ή αποζημιώσεις— είναι χαρακτηριστικό παράδειγμα όπου η ενόρμηση θανάτου συμμαχεί με την απληστία του καπιταλιστικού Άλλου.
Η φωτιά γίνεται εργαλείο: καταστρέφω, ώστε να οικοδομήσω πάνω στην τέφρα κάτι που θα μου αποφέρει κέρδος. Στο λακανικό πλαίσιο, πρόκειται για πράξη εκτός Νόμου που δεν αναζητά συμβολική αναγνώριση, αλλά θέλει να αποκόψει τον Άλλο από τον ίδιο τον τόπο του.
Ο εμπρησμός από αμέλεια φέρει διαφορετική χροιά. Εδώ, η ενόρμηση θανάτου λειτουργεί πιο υπόγεια: η αδιαφορία για τον κίνδυνο, η απουσία συμβολικής επεξεργασίας της ευθύνης, και η ψευδαίσθηση ότι «δεν θα συμβεί σε μένα» αποτελούν μορφές ναρκισσιστικής άρνησης. Το αποτέλεσμα όμως είναι το ίδιο: απώλεια και θάνατος στο πραγματικό πεδίο.
Η οικολογική καταστροφή ως καθρέφτης του Υποκειμένου
Όταν ένα δάσος καίγεται, καίγεται ταυτόχρονα και ένα κομμάτι του συλλογικού μας ψυχισμού. Η οικολογική καταστροφή είναι καθρέφτης:
Μας δείχνει την ευθραυστότητα της ανθρώπινης παρουσίας στη φύση.
Μας αποκαλύπτει το ανεπίλυτο κενό της σχέσης μας με τον φυσικό Άλλο — τη Γη ως μητέρα, η οποία δεν μπορεί πια να μας προστατεύει αδιαμαρτύρητα.
Αναδεικνύει τη σύγκρουση μεταξύ ενόρμησης ζωής (Eros) —συντήρηση, αναγέννηση, φροντίδα— και ενόρμησης θανάτου (Thanatos) —καταστροφή, μηδενισμός, απάλειψη.
Το Πραγματικό της φωτιάς
Στον Λακάν, το Πραγματικό είναι εκείνο που δεν μπορεί να συμβολοποιηθεί πλήρως. Η φωτιά, στην καταστροφική της μορφή, είναι το Πραγματικό που διαρρηγνύει το Συμβολικό: οι εικόνες του φλεγόμενου δάσους δεν χωράνε στη γλώσσα χωρίς να αφήσουν περίσσευμα τρόμου.
Η οικολογική φωτιά είναι τραύμα στο βλέμμα: το θέαμα της καταστροφής δεν είναι απλώς πληροφορία, είναι εισβολή του Πραγματικού στον ψυχικό μας χώρο.
Από το τραύμα στην πολιτική πράξη
Η ψυχαναλυτική ανάγνωση δεν είναι αυτοσκοπός· μπορεί να ανοίξει δρόμο για πολιτική και κοινωνική δράση:
Η αναγνώριση της ενόρμησης θανάτου σε συλλογικό επίπεδο επιτρέπει να δούμε ότι η καταστροφή συχνά είναι ενσωματωμένη σε δομές εξουσίας και κερδοφορίας.
Η επεξεργασία του τραύματος —όχι μόνο από τους κατοίκους, αλλά από όλη την κοινωνία— μπορεί να οδηγήσει σε συλλογικά πράγματα πρόληψης.
Η οικολογία, σε αυτό το πλαίσιο, δεν είναι απλώς περιβαλλοντική επιστήμη· είναι ηθικό και ψυχαναλυτικό καθήκον.
Η Επόμενη Μέρα
Η φωτιά έχει σβήσει. Η γη αχνίζει ακόμη, ο αέρας κουβαλά την οσμή του καμένου. Κι όμως, η «επόμενη μέρα» δεν είναι ούτε αρχή ούτε τέλος· είναι το μετέωρο σημείο όπου η ζωή παλεύει να ξανασταθεί, αλλά το Πραγματικό της καταστροφής επιμένει.
1. Το Υποκείμενο μπροστά στο Πραγματικό
Σύμφωνα με τον Λακάν, το τραύμα δεν εξαφανίζεται με την παύση του γεγονότος. Η φωτιά ως Πραγματικό παραμένει αφομοίωτο:
Στις εικόνες που επανέρχονται, ανεξέλεγκτες.
Στις οσμές που ενεργοποιούν ασυνείδητους συνειρμούς.
Στη σιωπή του τοπίου, που δεν είναι πια το ίδιο.
Η επόμενη μέρα φέρνει το αδιέξοδο: πώς να κατοικήσεις ξανά έναν τόπο που δεν είναι πια ο τόπος σου;
2. Η αναζήτηση νοήματος
Μετά τη φωτιά, το Υποκείμενο καλείται να δώσει συμβολική μορφή σε αυτό που έζησε.
Για τον πληγέντα: το νόημα συχνά συνδέεται με την απώλεια — ένα πένθος χωρίς σώμα.
Για τον μάρτυρα: το νόημα αφορά το «πώς είναι δυνατόν» να συμβεί κάτι τόσο απόλυτο.
Η επεξεργασία δεν είναι άμεση. Ο Λακάν θα έλεγε πως το τραύμα ζητά να εγγραφεί στον λόγο, αλλά πάντα μένει ένα υπόλοιπο που δεν μπορεί να ειπωθεί.
3. Ο κοινωνικός δεσμός μετά την καταστροφή
Η επόμενη μέρα είναι και πεδίο πολιτικής πράξης.
Η κοινότητα μπορεί να συσπειρωθεί, να δημιουργήσει νέο συμβολικό δίκτυο υποστήριξης.
Ή μπορεί να διαλυθεί, καθώς οι ενοχές, οι κατηγορίες και τα συμφέροντα υπερισχύουν.
Η στάση απέναντι στη φωτιά αποκαλύπτει την αλήθεια του δεσμού: ήταν δεσμός αλληλεγγύης ή απλώς συνύπαρξη;
4. Η επιστροφή της ενόρμησης θανάτου
Παράδοξα, η επόμενη μέρα δεν εγγυάται ότι η ενόρμηση θανάτου έχει εξαντληθεί.
Στο επίπεδο του ατόμου, μπορεί να εμφανιστεί ως παραίτηση («δεν έχει νόημα να ξαναφυτέψουμε, θα ξανακαεί»).
Στο επίπεδο του συστήματος, ως επανάληψη των ίδιων πρακτικών αμέλειας ή εκμετάλλευσης.
Ο Λακάν μιλά για το compulsion to repeat: η καταστροφή μπορεί να επιστρέφει αν δεν υπάρξει πραγματική μετατόπιση στον τρόπο που σχετιζόμαστε με τον τόπο και τον Άλλο.
5. Ο δρόμος προς τον Eros
Η μόνη δυνατότητα αντίστασης στην επαναφορά της καταστροφής είναι η ενίσχυση της ενόρμησης ζωής.
Επαναφύτευση, όχι μόνο της γης αλλά και των σχέσεων.
Συλλογικές αφηγήσεις ανθεκτικότητας που κρατούν ζωντανό το πένθος χωρίς να το σβήνουν.
Μετατροπή της μνήμης σε ηθικό φραγμό για τις μελλοντικές πράξεις.
Η επόμενη μέρα δεν είναι επιστροφή στο πριν. Είναι η αποδοχή ότι το πριν χάθηκε και η δέσμευση να υπάρξει ένα «μετά» που δεν θα αναπαράγει το ίδιο Πραγματικό. Αυτό είναι και το στοίχημα κάθε ψυχανάλυσης πάνω στην υποκειμενική πραγματικότητα.
ΜΑΡΙΑ ΔΗΜΟΥ
Ψυχοθεραπεύτρια Λακανικού Ψυχαναλυτικού προσανατολισμού