Εικόνα χωρίς λέξεις, κενές γραμμές στο ρούχο της ψυχής. Μια ψυχαναλυτική προσέγγιση στην υπόθεση Ξιαρχό και της κοπέλας με τις ρίγες. Όταν ο Λακάν μίλησε για τη ψυχική εμπειρία του ανθρώπου και διέκρινε τρία πεδία, το συμβολικό, το εικονοφαντασιακό και το πραγματικό πεδίο, σίγουρα δεν είχε κατά νου την υπόθεση Ξιαρχό.

Όταν σχολιάζεις καυστικά την εικόνα του άλλου και πλήττεις δια του λόγου σου την τάξη της εικόνας και της ναρκισσιστικής επένδυσης πάνω σε αυτή, τότε, ξεκινάς μια εκούσια αέναη κίνηση προς την ενόρμηση θανάτου. Εν αρχήν υπάρχει το τραύμα και η απόλαυση. Κάτι αδύνατο να ειπωθεί, να συμβολοποιηθεί. Μερικές φορές ό,τι δε μπορεί να ειπωθεί μετατρέπεται σε απόλαυση. Σε ένα τρόπο μέσα από τον οποίο ο άνθρωπος προσπαθεί να συμβιβάσει ασυνείδητα, αυτό που δε λέγεται με αυτό που θέλει να πει. Αυτό μπορεί να δημιουργήσει φαινόμενα και συνέπειες στο σώμα.

Ένα κλινικό παράδειγμα θα ήταν λόγου χάρη, η μητέρα μου δε με αποδέχεται, με απορρίπτει, είμαι το αντικείμενο απόρριμμα για εκείνη ή με υπερ-απολαμβάνει με κάνει αντικείμενο λατρείας. Είμαι ένα αντικείμενο της απόλαυσης κι όχι ένα υποκείμενο επιθυμίας. Αυτή η συνθήκη μπορεί να οδηγήσει και σε διαταραχές της πρόσληψης τροφής και της εικόνας. Με αναγνωρίζω ως μορφή και ως αξία μέσα από το τι πιστεύω ότι υπήρξα ως αντικείμενο αγάπης ή απόρριψης.

Κι έρχεται η στιγμή που η ματιά ή ο λόγος του άλλου με απογυμνώνει. Μου ρίχνει φως στις σκιές ενός ανθρώπινου τραύματος που δεν είναι έτοιμο ακόμη να μιλήσει. Αυτό το βλέμμα, αυτός ο λόγος με κάνει πάλι αντικείμενο καταβρόχθισης. Με πληγώνει, με απορροφά, με πλήττει ως εικόνα, ως αξιοπρέπεια, ως ανθρώπινο ον που έχει δικαίωμα να στέκεται στη ζωή με τα μέσα που διαθέτει. Είτε αυτό είναι το σώμα, είτε το επάγγελμα, είτε η θέση στη κοινωνία ή στη καρδιά ενός άλλου ανθρώπου.

Θα έλεγε κανείς πως στη περίπτωση Ξιαρχό δε συναντάμε μόνο το ρατσισμό της εικόνας αλλά και το ρατσισμό στη ψυχή. Κάθε δράση δημιουργεί και μια αντίδραση. Δρω ή το κρατώ μέσα μου. Στην εξέλιξη της συγκεκριμένης υπόθεσης βλέπουμε μια αλλαγή θέσεων. Ο Ξιαρχό τώρα θέλει να πεθάνει, όταν ο ίδιος γίνεται στόχος στο βλέμμα και το λόγο του Άλλου. Μια βάναυση υπόθεση της ενόρμησης θανάτου που πάντα πρέπει να λαμβάνουμε υπόψη μας όταν επιχειρούμε να πλήξουμε τον απέναντι Άλλο-ον. Την εικόνα και την αξιοπρέπεια του. Διότι όταν αυτό στραφεί εναντίον μας, βρισκόμαστε αντιμέτωποι με τις τραγικές συνέπειες που φέρει η δύναμη της ανθρώπινης αυτό-ετερο-καταστροφής.

Εικόνα, λόγος, αλήθεια πλήττονται. Πυρπολούνται ταυτόχρονα. Τίποτα δε μένει όρθιο. Συνέπεια της συγκεκριμένης ιστορίας. Δύο κατά τα άλλα ξένοι, που σε μια ανύποπτη στιγμή του χρόνου, συναντήθηκαν υπό το πρίσμα ενός ακούσιου ρατσισμού της εικόνας. Η εικόνα δεν αστειεύεται. Ούτε και η ψυχή. Κι όταν χάνει το χιούμορ της, αντεπιτίθεται. Νικητές και ηττημένοι σε μια ιστορία ολέθρου. Ο λόγος έχει επιπτώσεις στο σώμα, το σώμα έχει επιπτώσεις στην εικόνα και η εικόνα όταν πλήττεται βομβαρδίζει ή βομβαρδίζεται από αλήθειες όχι έτοιμες
ακόμη να ειπωθούν.

Η υπόθεση Ξιαρχό είναι κοινωνικός ρατσισμός, ρατσισμός της εικόνας ή ρατσισμός στη ψυχή; Ένα ερώτημα που ελπίζουμε σε αυτή τη περίπτωση η απάντηση να μην είναι από-στομοτική, δηλαδή, χωρίς λέξεις. Διότι εκεί που δε κυκλοφορούν οι λέξεις, έχουμε «κενές» τις γραμμές στο ριγέ ρούχο που ντύνει τη ψυχή αφήνοντας να κυκλοφορεί αλανιάρικα ο θάνατος. Μια ευθεία κενή γραμμή που δεν φέρει επάνω της τις παιχνιδιάρες λέξεις, ικανές να παράξουν την αξιοπρέπεια που χρειάζεται η ψυχή για να σταθεί και να στηθεί, μέσα στο σώμα της.

Εγγραφείτε στο NEWSLETTER
για να λαμβάνετε πρώτοι τα νέα μου άρθρα