Της Μαρίας Δήμου
Αγάπη είναι να δίνεις, κάτι που δεν έχεις σε κάποιον που δε το θέλει. Αυτά είναι τα λόγια του Λακάν για την αγάπη. Με τη πρώτη ανάγνωση αυτών των λόγων του Λακάν για την αγάπη, αρχίζουμε και ερχόμαστε σε επαφή με το ανέφικτο, το δύσκολο, το πολύ πραγματικό για να χωρέσει στη μαγεία και την ελπίδα του έρωτα.
Όταν ερωτευόμαστε, ερωτευόμαστε μια εικόνα του άλλου ατόμου που αντανακλά κάτι για τον εαυτό μας ή που μας θυμίζει κάποιον άλλο που αγαπάμε ή θαυμάζουμε. Μερικές φορές, ερωτευόμαστε με αυτό που δεν είχαμε ποτέ, αλλά λαχταρούσαμε ή με μια εξιδανικευμένη έκδοση του εαυτού μας ή μια συμπληρωματική ή με κάποιον που μας κάνει να νιώθουμε ότι είμαστε ξεχωριστοί διότι λαμβάνουμε φροντίδα και νοιάξιμο.
Όταν αγαπάμε, αγαπάμε διότι περάσαμε και ξεπεράσαμε αυτές τις φαντασιώσεις. Αρχίσαμε να αντιλαμβανόμαστε ότι το κενό μέσα μας, είναι δικό μας, δε μπορεί και δε θέλει ο άλλος να μας το καλύψει. Διότι δε καλύπτεται. Μαθαίνουμε εποικοδομητικά να ζούμε με αυτό, είναι αυτό που στη ψυχανάλυση το ονομάζουμε ευνουχισμό. Το να αναλαμβάνει κάποιος τον ευνουχισμό του σημαίνει να αναλαμβάνει το κενό του, την απώλεια, την αίσθηση ότι κάτι δε πάει καλά στη μοναξιά του, είναι οι στιγμές που κάποιος δεν αντέχει τον εαυτό του.
Σε αυτές τις στιγμές αν ο σύντροφος δεν καλύπτει αυτό το κενό μας, τότε, ή τον χωρίζουμε ψάχνοντας να βρούμε κάποιον άλλο ως μια γρήγορη περιπετειώδη υποκατάσταση ή δημιουργούμε μια παράλληλη σχέση ή σύντομες ερωτικές συναντήσεις που θα τονώσουν τον ναρκισσισμό μας. Κι όλα αυτά διότι ερχόμαστε μπροστά στη μοναδική αλήθεια της ύπαρξης μας. Κανείς δε μπορεί ούτε να αναλάβει το κενό μέσα μας, ούτε να το ξορκίσει. Ούτε καν εμείς οι ίδιοι. Ένα κενό, ένα ρήγμα που δημιουργήθηκε πολύ νωρίς στη διαδρομή της ζωής μας, που άφησε τα ίχνη πάνω στο σώμα και τη ψυχή μας, ακριβώς τη στιγμή που σε αυτή τη διαδρομή εμφανίστηκαν διαφορετικά μονοπάτια που έπρεπε να διαβούμε, εμείς και η μητέρα. Χωριστά.
Κάθε χωρισμός είναι μια ασυνείδητη αναβίωση αυτής της στιγμής αποχωρισμού, κάθε συμβιβασμός είναι η απώθηση αυτής της στιγμής, κάθε αναπλήρωση είναι άρνηση αυτής της στιγμής.
Ο Φρόυντ έγραψε Έρως/ Θάνατος και κρατήθηκαν αυτές οι ελληνικές λέξεις παγκοσμίως. Διότι είναι αλήθεια ότι η ενόρμηση θανάτου, δηλαδή η τάση μας να ξαναγίνουμε ένα με τη μητέρα παλινδρομώντας σε καταστάσεις αδράνειας, σύμπτυξης και παρείσφρησης σε μια συμβιωτική μορφή ζωής και η ανάλογη απογοήτευση και θλίψη μας όταν αυτό δε το πετυχαίνουμε βρίσκει μόνη παρηγοριά στον έρωτα. Στην αίσθηση ότι ο άλλος κατέχει κάτι που σε ολοκληρώνει. Το αντίδοτο σε αυτή την ενόρμηση θανάτου και την αυτοκαταστροφή είναι το δάνειο του έρωτα από κάποιον άλλον. Κι εμείς ως σύγχρονοι τοκογλύφοι χρεώνουμε τον τόκο του πόνου όταν ο άλλος δε μπορεί να εκπληρώσει το ανεκπλήρωτο της ανθρώπινης φύσης μας.
Ο πόνος ενεργοποιεί τον έρωτα και ο έρωτας ενεργοποιεί αργά ή γρήγορα τον πόνο. Σε μια αέναη διαδικασία ψάχνοντας για τον χαμένο θησαυρό που θα μας αποζημιώσει για τη μεγάλη απώλεια.
Στη τελική το να αγαπάς κάποιον σημαίνει να αντιλαμβάνεσαι τουλάχιστον ότι αυτός ο κάποιος δε μπορεί να σου υπερκαλύψει το κενό, μπορεί όμως παρέα σου να αντέχει κι αυτός λίγο περισσότερο το δικό του. Στην αγάπη και τον έρωτα δεν ενώνουμε τα κενά μας. Συναντιούνται τα ρήγματα της ψυχής μας και πάντα ελπίζουμε σε αυτές τις μικρές εύθραυστες αλλά ικανές γεφυρούλες που μας επιτρέπουν να διατηρούμε τη χαρά της συνάντησης με τον άλλον με θέα το κενό.
Photo: Pixabay